Αποκαλύψεις για το λόγο που ώθησαν τον αδελφό της στην αυτοκτονία στις 31 Οκτωβρίου, κάνει η αδελφή του 38χρονου που έβαλε τέλος στη ζωή του στη Θεσσαλονίκη πηδώντας από τον 5ο όροφο εμπορικού κέντρου.
Με ένα κείμενο στο facebook η αδελφή του αυτόχειρα αποκαλύπτει τα όσα περνούσε ο αδερφός της, τις τελευταίες μέρες της ζωής του. Καταγγέλλει ότι είχε πέσει θύμα βιασμού στο στρατό, γεγονός που επιβάρυνε την ψυχική του υγεία, οδηγώντας τον στο απονενοημένο διάβημα.
Η ανάρτηση της αδερφής του αυτόχειρα
Ο αδερφός μου ο Βύρωνας ήταν ένα πανέξυπνο, ταλαντούχο παιδί. Το έλεγαν όλοι. Το έλεγαν οι δάσκαλοί του, οι φίλοι του, και όσοι τον είχαν γνωρίσει. Το έλεγαν, αργότερα, οι συμφοιτητές του και οι καθηγητές του στη σχολή όπου φοιτούσε. Η οικογένειά του, όλοι εμείς, ξέραμε πως ήταν ένα παιδί με χιούμορ, ευφυής, ευαίσθητος, δημιουργικός. Με έκανε συχνά να γελάω. Μου άρεσε πολύ να περνάω χρόνο μαζί του. Δεν μαλώναμε ούτε τρωγόμασταν όλη την ώρα όπως κάνουν συχνά τα αδέλφια.
Ήξερε να αγκαλιάζει, να χαϊδεύει, να δείχνει τρυφερότητα. Με φώναζε «ζουζούνι». Ήταν ένας άνθρωπος με ικανότητες. Του άρεσε η ορειβασία, η αναρρίχηση, έπαιζε βιολί, κιθάρα, και γρατζουνούσε που και που ένα μπαγλαμαδάκι. Ήταν καλός στις τέχνες αλλά και στις τεχνικές. Έίχε σπουδάσει στα ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, Ηλεκτρονικός. Είχε μάθει πολεμικές τέχνες. Στο στρατό, ήταν δόκιμος αξιωματικός. Τα τελευταία χρόνια εργαζόταν σε μια εταιρεία βιοτεχνολογίας στη Θεσσαλονίκη.
«Τον κακοποίησαν σεξουαλικά στον στρατό»
Τον αδερφό μου δεν τον έχασα μέσα σε μια μέρα. Τον έχασα ξαφνικά, το απόγευμα της 31ης Οκτωβρίου 2018. Όμως ο αδερφός μου πέθαινε εδώ και πολύ καιρό, λίγο λίγο. Τον αδερφό μου άρχισα να τον χάνω όταν ο πατέρας του του έλεγε να μην είναι «τόσο ευαίσθητος» γιατι οι άντρες πρέπει να είναι σκληροί. Από τότε προσπαθούσε να αποδείξει με κάθε τρόπο ότι ήταν «άντρας». Έχασα ακόμη ένα κομμάτι του, όταν γύρισε από το στρατό, τσακισμένος, επειδή κάποια σαδιστικά τσογλάνια που έχουν πρόβλημα με την ευαισθησία ως γνώρισμα του αντρικού φύλου και τον κορόιδευαν γι’ αυτό, τον νάρκωσαν ένα βράδυ ρίχνοντας μια ουσία στο ποτό του που τον άφησε αναίσθητο και τον κακοποίησαν σεξουαλικά.
Έχασα ένα ακόμη κομμάτι του, όταν άρχισε να έχει παραισθήσεις και να ακούει φωνές και η και η ψυχιατρική του είπε ότι είναι σχιζοφρενής, και η κοινωνία τον φόρτωσε με τύψεις για μια απλή βιοχημική ανισορροπία στο νευρικό του σύστημα, και το στίγμα του ψυχικά ασθενούς. Έχασα ένα ακόμη κομμάτι του, όταν ο πνευματικός στον οποίο πήγε για να τον βοηθήσει του είπε ότι οι φωνές που ακούει είναι ο Σατανάς και πρέπει να κάνει μετάνοιες και να εξομολογείται συνέχεια τις αμαρτίες του, γεμίζοντάς τον ενοχές για πράγματα που δεν ήταν δική του ευθύνη.
Αλλά ο αδερφός μου δεν ήθελε να είναι θύμα. Πάλεψε με όλα. Στην θέση του, με την ασθένειά του, κανείς δεν δουλεύει. Όμως ο αδερφός μου, εδώ και χρόνια, σηκωνόταν κάθε πρωί και πήγαινε στη δουλειά. Έπαιρνε τα φάρμακά του, μάζευε το κουράγιο του, το πείσμα του, την ακλόνητη θέλησή του για ζωή, και προχωρούσε.
«Bullying και στο εργασιακό του περιβάλλον»
Στο εργασιακό του περιβάλλον, αντιμετώπισε το ίδιο bullying που είχε αντιμετωπίσει σε όλη του τη ζωή από τους «άντρες» που ήταν «αδέρφια» του. Σε ένα εργασιακό περιβάλλον όπου η λεκτική (ακόμα και η σωματική βία) ήταν αποδεκτή ως δείγμα ανδρισμού, όπου οι τσακωμοί και οι απειλές ήταν η καθημερινότητα, όπου για κάθε στραβό το οποίο προκάλεσε η οικονομική κρίση και που η συναισθηματική φόρτιση των αφεντικών του έπρεπε να εκτονωθεί πάνω στον ίδιο, κι αυτό ήταν ΟΚ, επειδή αυτό είναι ο ανδρισμός, ο αδερφός μου έχανε τον εαυτό του μέρα με την ημέρα. Δούλευε ασταμάτητα, χωρίς κανένα ρεπό, εφτά μέρες τη βδομάδα, ακόμη και χωρίς λεφτά.
Δούλεψε μέχρι που έλιωσε, και έγινε από 80 σχεδόν 60 κιλά. Δούλεψε ασταμάτητα για να αποδείξει ότι δεν είναι ο σχιζοφρενής με το στίγμα του τρελού και του ανίκανου, δούλεψε για να αποδείξει ότι οι άντρες αντέχουν τα πάντα, δούλεψε για να προσφέρει ακόμη κι όταν δεν αμοιβόταν, γιατί θεωρουσε ότι η δουλειά του ήταν κοινωνικό λειτούργημα, δούλεψε κάτω από συνθήκες που οποιονδήποτε θα τον είχανε τσακίσει. Τον είχα παρακαλέσει άπειρες φορές να φύγει, να ξεκουραστεί, να φροντίσει τον εαυτό του…
Αν δεν είχε ασκηθεί τόση βία πάνω στο γλυκό του σώμα, ο αδερφός μου θα ζούσε. Θα ζουσε γιατί η οικογένειά του δεν του φέρθηκε σαν «ψυχικά ασθενή», δεν τον απέρριψε, δεν τον έκλεισε στο τρελοκομείο, δεν τον έδεσε σε ένα κρεβάτι ψυχιατρείου και δεν τον χαπάκωσε μέχρι θανάτου, να τον ξεφορτωθεί και να τον παρατήσει. Η οικογένειά μου τον αγάπησε και τον στήριξε ακόμη κι όταν δεν συμφωνούσε με την απόφασή του να εργάζεται μέχρι να διαλυθεί.
Πολύ εύκολα κάποιοι μιλάνε για «ψυχική ασθένεια» και αυτοκτονία. Είναι ένας τόσο γρήγορος και βολικός τρόπος για να ξεφορτωθεί κανείς την ευθύνη για όλα όσα συμβαίνουν καθημερινά γύρω μας, για την βία που ασκείται σε όλους και που θεωρείται αποδεκτή. Τη βία του πατέρα προς το γιό, τη βία του αξιωματικού προς τον δόκιμο, την βία του ιερέα προς τον «αμαρτωλό», την βία του εργοδότη προς τον εργαζόμενο, τη βία του ψυχίατρου προς τον ασθενή.
Δεν είστε άντρες. Ο αδερφός μου άξιζε όσο χίλιοι από εσάς. Ο θάνατός του είναι και δική σας ευθύνη, γιατί μου τον κλέβατε, όλα αυτά τα χρόνια, παίρνοντας κάθε φορά ένα κομμάτι του. Δεν είστε άντρες. Είστε κλέφτες, υπάνθρωποι και απάνθρωποι, και αν υπάρχει δικαιοσύνη, σε αυτό τον κόσμο, ελπίζω να πάρετε αυτό που σας αξίζει».